Ξενάγηση

 

Γύρω από το Αρχοντικό μας θα βρείτε πληθώρα μαγευτικών τοποθεσιών που μπορείτε να επισκεφτείτε κατά τη διαμονή σας.

 

Το ξενοδοχείο μας βρίσκεται σε κεντρικό σημείο του χάρτη, μόλις 20 μέτρα από την εκκλησία και 80 μέτρα από την πλατεία του χωριού όπου λαμβάνουν χώρα οι τοπικές εκδηλώσεις της Μακρινίτσας.

Αν θέλετε να επισκεφτείτε την πλησιέστερη παραλία, θα βρίσκεστε εκεί σε μόλις 20 λεπτά με το αυτοκίνητό σας. Οι πιο όμορφες όμως παραλίες του Πηλίου βρίσκονται 45 λεπτά με ΙΧ, μερικές από τις οποίες είναι ο Αη Γιάννης, το Παπά Νερό, ο Μηλοπόταμος και οι Άγιοι Σαράντα. Μία παραλία που αξίζει επίσης να δείτε είναι η Νταμούχαρη, 40 λεπτά μακριά, όπου γυρίστηκε μέρος της ταινίας Mamma Mia.

 

Οδοιπορικό στη Μακρινίτσα

 

Το μπαλκόνι του Πηλίου: Οδοιπορικό στη γραφική Μακρυνίτσα.

 

Η Μακρυνίτσα πρόκειται για έναν παραδοσιακό και γραφικό οικισμό του Πηλίου. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν την επισκέφθηκε, το 1934, την ονόμασε «μπαλκόνι του Πηλίου», και όχι άδικα αφού φημίζεται για την εξαιρετική θέα που προσφέρει προς την πόλη του Βόλου και τον Παγασητικό κόλπο.

 

Η Μακρυνίτσα είναι χτισμένη σε υψόμετρο από 300 μ. μέχρι 850 μ. Πλησιάζοντας από το Βόλο και 3 χλμ. πριν φτάσουμε, έχουμε μπροστά μας τη θέα ολόκληρου του χωριού. Χτίσθηκε το 1204, όπως ενημερώνει μία πινακίδα λίγο πριν την κεντρική πλατεία. Το χωριό ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική του φυσιογνωμία, τα καλοδιατηρημένα και αναστηλωμένα αρχοντικά του, τα γραφικά και αριστοτεχνικά καλντερίμια του και το καταπράσινο τοπίο με τα πλατάνια, τις καστανιές, τις καρυδιές και τις οξιές.

 

Για όσους δεν το γνωρίζουν, στη Μακρυνίτσα το 1969, στο ξενοδοχείο Μελάνθη, γυρίστηκαν οι περισσότερες σκηνές της ταινίας «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά», με πρωταγωνιστές την Αλίκη Βουγιουκλάκη, το Δημήτρη Παπαμιχαήλ, τον Άγγελο Αντωνόπουλο, τον Παντελή Ζερβό και το Σπύρο Καλογήρου.

 

Για να φτάσουμε από το Βόλο στο χωριό υπάρχουν δύο δρόμοι. Μπορεί όλοι οι τουριστικοί οδηγοί να προτείνουν το στενό και με πολλή κίνηση δρόμο που οδηγεί ύστερα από άπειρες στροφές στην Πορταριά (14 χλμ.) και από κει ακόμη 2 χλμ. σύνολο ως τη Μακρυνίτσα 16 χλμ., ωστόσο υπάρχει πολύ συντομότερη διαδρομή. Μπορείτε λοιπόν να ανέβετε από το Βόλο ανηφορίζοντας την οδό Κ. Καρτάλη (μονόδρομος). Κατόπιν οι πινακίδες θα σας κατευθύνουν στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου (διπλής κατεύθυνσης). Εκεί ακριβώς που τελειώνει αυτή η ανηφορική ευθεία, μόλις περάσετε τη συνοικία του Αγ. Γεωργίου αν πάτε αριστερά, περνάτε το μικρό γεφυράκι και ανηφορίζετε χωρίς κίνηση σε ασφαλτοστρωμένο δρόμο φτάνοντας στη Μακρυνίτσα σε 7 χλμ. αντί για 16. Ωστόσο, αυτός ο δρόμος είναι πολύ πιο απότομος και ίσως χρειαστείτε ένα δυνατό αυτοκίνητο που κινείται με ευκολία σε αντίστοιχους δρόμους.

 

Φτάνοντας λοιπόν στη Μακρυνίτσα ο δρόμος τερματίζει στην πλατεία Μπράνη, όπου αναγκαστικά παρκάρετε και ύστερα απολαμβάνεται το όμορφο τοπίο με τα πόδια. Στην πλατεία χύνεται κι ένας μικρός καταρράκτης. Ακολούθως θα συναντήσετε μαγαζάκια που πουλάνε βότανα και παραδοσιακά γλυκά του κουταλιού. Στη συνέχεια μπαίνετε στον κεντρικό πεζόδρομο με τα τουριστικά μαγαζάκια, που καταλήγει στο «Παζάρι», δηλαδή την γειτονιά στην οποία περιλαμβάνεται και η κεντρική πλατεία με τα πλατάνια, τα τραπεζάκια και τον ναό του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου (του 1792).

 

Πίσω από την εκκλησία θα δροσιστείτε στη μαρμάρινη κρήνη «Λιοντάρια» ή «Αθάνατο Νερό», έργο του 1809 η οποία διαθέτει τρεις χάλκινες λεοντοκεφαλές. Το νερό βγαίνει από τρεις χάλκινες λεοντοκεφαλές και χύνεται σε μία ωραία στέρνα που περιβάλλεται από χαμηλό καγκελάκι.

 

Μετά το παλιό καφενείο ένα καλντερίμι θα σας οδηγήσει στη συνοικία της Αγ. Τριάδας, όπου ξεχωρίζει ο πύργος των Αξελών.

 

Αξίζει μια επίσκεψη στο «Μουσείο λαϊκής τέχνης και ιστορίας Πηλίου», που στεγάζεται στο αρχοντικό Τοπάλη, με πλήθος λαογραφικών εκθεμάτων από ολόκληρο το Πήλιο, όπως π.χ. παραδοσιακά κουστούμια, βιβλία, παλιές φωτογραφίες, εργαλεία, κειμήλια, φιρμάνια, κοσμήματα, το λάβαρο του 1878, όπλα, εξαρτήματα παρασκευής τσίπουρου και μια εκπληκτική συλλογή από έργα του λαϊκού Πηλιορείτη ζωγράφου Ν. Χριστόπουλου (με θέματα από ταρσανάδες, καΐκια και καραβοκύρηδες).